πολυσύχναστος


πολυσύχναστος
Προφορά

Ετυμολογία
πολυσύχναστος πολύς + συχνάζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ πολυσύχναστος -η, -ο

✦ όπου συγκεντρώνονται ή περνούν πολλοί: πολυσύχναστο κέντρο – καφενείο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.