πολυμεταλλισμός


πολυμεταλλισμός
Προφορά

Ετυμολογία
πολυμεταλλισμός πολύς + μέταλλο

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο πολυμεταλλισμός

✦ νομισματικό σύστημα, επέκταση του διμεταλλικού, κατά το οποίο χρησιμοποιούνται περισσότερα από δύο μέταλλα ως νομίσματα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.