πολυκλαδικός
Προφορά
Ετυμολογία
πολυκλαδικός πολύς + κλαδικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ πολυκλαδικός -ή, -ό
✦ αυτός που έχει πολλούς κλάδους, πολλούς τομείς
✦ Πολυκλαδικό Λύκειο, τύπος Λυκείου με τμήματα που παρέχουν το καθένα διαφορετική τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση και την απαιτούμενη θεωρητική μόρφωση
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–