πολυαρχικός


πολυαρχικός
Προφορά

Ετυμολογία
πολυαρχικός πολυαρχία

Ερμηνεία
επίθετο┘ πολυαρχικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στην πολυαρχία, ο χαρακτηριστικός της πολυαρχίας: πολυαρχικό πολίτευμα

Συνώνυμα

Αντίθετα
ολιγαρχικός, μοναρχικός
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.