πνευματιστής


πνευματιστής
Προφορά

Ετυμολογία
πνευματιστής πνευματισμός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο πνευματιστής

✦ θηλ. πνευματίστρια οπαδός του πνευματισμού, ο ασχολούμενος με πνευματιστικά πειράματα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.