πλημμύρισμα


πλημμύρισμα
Προφορά

Ετυμολογία
πλημμύρισμα πλημμυρίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το πλημμύρισμα

✦ το αποτέλεσμα του πλημμυρίζω, ξεχείλισμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.