πλατωνικός


πλατωνικός
Προφορά

Ετυμολογία
πλατωνικός μεταγενέστερη ελληνική πλατωνικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ πλατωνικός -ή, -ό

✦ ο του Πλάτωνος, ο σχετικός με τον Πλάτωνα ή το έργο του
(μτφ. ) θεωρητικός, όχι πρακτικός
✦ (ειδ. για τον έρωτα) αγνός, όχι σαρκικός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
πλατωνικά (Κ πλατωνικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.