πλανητάρχης
Προφορά
Ετυμολογία
πλανητάρχης πλανήτης + -αρχης
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο πλανητάρχης
✦ αυτός που άρχει, που κυριαρχεί στον πλανήτη Γη, που επηρεάζει τις οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις όλου του κόσμου
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–