πλανάρω


πλανάρω
Προφορά

Ετυμολογία
πλανάρω └γαλλ┘ planer

Ερμηνεία
ρήμα πλανάρω

✦ (για πτηνά) στέκομαι ακίνητος στον αέρα με απλωμένα τα φτερά
✦ (πλάνη) λειαίνω την επιφάνεια ξύλου με την πλάνη, ροκανίζω

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.