περιρρέω


περιρρέω
Προφορά

Ετυμολογία
περιρρέω αρχαία ελληνική περιρρέω

Ερμηνεία
ρήμα περιρρέω

✦ ρέω γύρω από κάτι, περιβρέχω
✦ (κ. μτφ.) περιρρέουσα ατμόσφαιρα, το περιβάλλον (κοινωνικό, πνευματικό κτλ.): δεν ευνοούσε τους καλλιτέχνες η περιρρέουσα ατμόσφαιρα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.