περιπλοκάδα
Προφορά
Ετυμολογία
περιπλοκάδα μεσαιωνική ελληνική περιπλοκάδα
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η περιπλοκάδα
✦ φυτό αναρριχώμενο, περικοκλάδα: γρίλιες δεν είναι μήτε αυλές, περιπλοκάδες ριγηλές (Τ. Άγρας)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–