περιδέραιο


περιδέραιο
Προφορά

Ετυμολογία
περιδέραιο αρχαία ελληνική περιδέραιον, └ουδ┘ του επιθέτου περιδέραιος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το περιδέραιο

✦ κόσμημα που φοριέται γύρω από το λαιμό, κολιέ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.