περιδένω
Προφορά
Ετυμολογία
περιδένω περί + δένω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ περιδένω
✦ δένω γύρω γύρω, περιζώνω: μερικοί εθελοντές που ξέραν από γιατρική, γυρεύαν να σύρουν παράμερα τους λαβωμένους, να περιδέσουν τις πληγές τους (Π. Πρεβελάκης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–