περδικούλα


περδικούλα
Προφορά

Ετυμολογία
περδικούλα υποκορ. του πέρδικα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η περδικούλα

✦ μικρή πέρδικα
✦ φρ. το λέει η περδικούλα του, το λέει η καρδιά του, είναι παλικάρι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.