περαστικός
Προφορά
Ετυμολογία
περαστικός περαστός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ περαστικός -ή, -ό
✦ που περνά, διαβαίνει από κάπου, διαβατικός
✦ παροδικός, εφήμερος
✦ περαστικός δρόμος, πολυσύχναστος
✦ φρ. περαστικά σας, καλή ανάρρωση
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–