πεπτίδιο


πεπτίδιο
Προφορά

Ετυμολογία
πεπτίδιο └γαλλ┘ peptide

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το πεπτίδιο

✦ φυσική ή συνθετική χημική ένωση που σχηματίζεται από περιορισμένο αριθμό αμινοξέων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.