πεντηκοστιανοί
Προφορά
Ετυμολογία
πεντηκοστιανοί Πεντηκοστή
Ερμηνεία
πεντηκοστιανοί
✦ ουσ. προτεσταντική αίρεση της οποίας οι οπαδοί πιστεύουν ότι βαπτίζονται εις το Άγιον Πνεύμα, απορρίπτουν τη μεσιτεία της Θεοτόκου και των αγίων, αποκαλούν ειδωλολατρία την προσκύνηση των εικόνων, και από τα μυστήρια παραδέχονται το βάπτισμα, το γάμο, τη θεία ευχαριστία και το ευχέλαιο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–