πειραχτικός


πειραχτικός
Προφορά

Ετυμολογία
πειραχτικός πειραχτής

Ερμηνεία
πειραχτικός

✦ -ή κ. -ιά, -ό επίθ. (Κ πειρακτικός, -ή, -όν) δηκτικός, προσβλητικός: πειραχτικά λόγια

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
πειραχτικά

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.