πατρωνυμικός


πατρωνυμικός
Προφορά

Ετυμολογία
πατρωνυμικός μεταγενέστερη ελληνική πατρωνυμικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ πατρωνυμικός -ή, -ό

✦ ο αναγόμενος στο πατρικό όνομα
✦ (γραμμ.) πατρωνυμικά (ενν. ονόματα), κύρια ονόματα που σχηματίζονται από το όνομα του πατέρα ή του γενάρχη της οικογένειας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.