πατρογονικός
Προφορά
Ετυμολογία
πατρογονικός πατήρ + γονεύς
Ερμηνεία
└επίθετο┘ πατρογονικός -ή, -ό
✦ πατρικός: πατρογονικό σπίτι – κτήμα
✦ προγονικός, πατροπαράδοτος: πατρογονικές συνήθειες
✦ πληθ. ουδ. τα πατρογονικά ως ουσ., οι πρόγονοι
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–