πατάκι


πατάκι
Προφορά

Ετυμολογία
πατάκι υποκοριστικό του ουσιαστικού πάτος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το πατάκι

✦ κομμάτι δέρματος τοποθετούμενο στο πίσω μέρος του πάτου των παπουτσιών
✦ μικρό χαλί που τοποθετείται στις εξώπορτες για το σκούπισμα των παπουτσιών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.