παστός Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply παστόςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/5/παστός.mp3Ετυμολογίαπαστός αρχαία ελληνική παστός Ερμηνεία└επίθετο┘ παστός -ή, -ό ✦ ο διατηρούμενος με αλάτι ή άρμη, παστωμένος ✦ πληθ. ουδ. παστά ως ουσ., τρόφιμα διατηρημένα με αλάτι ή άρμη Συνώνυμααλίπαστος Αντίθετα–Επιρρήματα–