παστεριώνω


παστεριώνω
Προφορά

Ετυμολογία
παστεριώνω └γαλλ┘ όν. Pasteur

Ερμηνεία
ρήμα παστεριώνω

✦ αποστειρώνω με τη μέθοδο της παστερίωσης (βλ. λ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.