πασπαρτού
Προφορά
Ετυμολογία
πασπαρτού └γαλλ┘ passe – partout (=περνά από παντού)
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└άκλιτο┘ το πασπαρτού
✦ αντικλείδι για όλες τις κλειδαριές
✦ λεπτό χαρτόνι όπου επικολλάται φωτογραφία ή άλλη εικόνα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–