πασατέμπος


πασατέμπος
Προφορά

Ετυμολογία
πασατέμπος └ιταλ┘passa – tempo

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο πασατέμπος

✦ τα σπόρια, καβουρντισμένος κολοκυθόσπορος
✦ φρ. για πασατέμπο, για να περνά η ώρα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.