πασάλειμμα


πασάλειμμα
Προφορά

Ετυμολογία
πασάλειμμα πασαλείφω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το πασάλειμμα

✦ επιπόλαιη ή άτεχνη επάλειψη
(μτφ. ) η απόκτηση ατελών γνώσεων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.