παρκινσονικός
Προφορά
Ετυμολογία
παρκινσονικός Πάρκινσον
Ερμηνεία
└επίθετο┘ παρκινσονικός -ή, -ό
✦ αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη νόσο του Πάρκινσον
✦ αρσ. ως ουσ., ασθενής που πάσχει από τη νόσο του Πάρκινσον
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–