παρκετέζα


παρκετέζα
Προφορά

Ετυμολογία
παρκετέζα └γαλλ┘ parqueteuse

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η παρκετέζα

✦ ηλεκτρική μηχανή που χρησιμοποιείται στο παρκετάρισμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.