παρθένα


παρθένα
Προφορά

Ετυμολογία
παρθένα μεταγενέστερη ελληνική παρθένη

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η παρθένα

✦ γυναίκα που διατηρεί ακέραιο τον παρθενικό υμένα, που δεν έχει έρθει ακόμα σε σαρκική επαφή, κορίτσι: παιζογελώντας μ’ εύκολες παρθένες (Ρ. Φιλύρας)
✦ ονομασία της Παναγίας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.