παρηχητικός
Προφορά
Ετυμολογία
παρηχητικός μεταγενέστερη ελληνική παρηχητικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ παρηχητικός -ή, -ό
✦ ο αναφερόμενος στην παρήχηση ή που γίνεται με παρήχηση: ρίμες… ή παρηχητικές ή ομοιολεχτικές (Γ. Σεφέρης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–