παρηγορικός
Προφορά
Ετυμολογία
παρηγορικός αρχαία ελληνική παρηγορικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ παρηγορικός -ή, -ό
✦ παρηγορική θεραπεία, θεραπεία που εφαρμόζεται για ανακούφιση των συμπτωμάτων, εφόσον δεν είναι δυνατή η ίαση του πάσχοντος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–