παραμερίζω


παραμερίζω
Προφορά

Ετυμολογία
παραμερίζω μεσαιωνική ελληνική παραμερίζω

Ερμηνεία
ρήμα παραμερίζω

✦ αποσύρω από τη μέση, τοποθετώ παράμερα: παραμέρισε, σε παρακαλώ, τα χαρτιά σου
(μτφ. ) υποσκελίζω, παραγκωνίζω: ήταν καλύτερος, αλλά τον παραμέρισαν οι καταφερτζήδες
✦ ηθελημένα αγνοώ: τους διαφόρους που χαιρετούν και προσκυνούν να τους παραμερίσεις (Κ. Καβάφης) – ας παραμερίσουμε τις διαφορές μας
✦ (αμτβ.) τραβιέμαι στην άκρη, κάνω τόπο: τα παιδιά παραμερίσανε με σεβασμό – στενός ο χώρος και παραμερίσαμε (Γ. Γεραλής)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.