παρακοιμάμαι
Προφορά
Ετυμολογία
παρακοιμάμαι μεταγενέστερη ελληνική παρακοιμῶμαι
Ερμηνεία
παρακοιμάμαι
✦ κ. παρακοιμάμαι ρ. (παρακοιμήθηκα) κοιμούμαι περισσότερο απ’ όσο πρέπει: παρακοιμήθηκα και δεν μπόρεσα να πάω εγκαίρως στη δουλειά μου
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–