παρακάνω


παρακάνω
Προφορά

Ετυμολογία
παρακάνω παρά + κάνω

Ερμηνεία
ρήμα παρακάνω

✦ κάνω κάτι σε υπερβολικό βαθμό, ξεπερνώ τα επιτρεπόμενα όρια: είπαμε, να μιλήσεις θαρρετά, αλλά όχι να το παρακάνεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.