παραγραφή
Προφορά
Ετυμολογία
παραγραφή αρχαία ελληνική παραγραφή
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η παραγραφή
✦ η μετά την πάροδο ορισμένου χρόνου απόσβεση δικαιώματος (λ.χ. για άσκηση αγωγής) ή κατάργηση των συνεπειών αδικήματος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–