παραβγάζω


παραβγάζω
Προφορά

Ετυμολογία
παραβγάζω παρά + βγάζω

Ερμηνεία
ρήμα παραβγάζω

✦ εξάγω, βγάζω κάτι περισσότερο απ’ όσο πρέπει: αντί να το τραβήξεις λίγο, το παράβγαλες το καρφί
✦ παράγω περισσότερο από το σύνηθες ή προσδοκώμενο: παράβγαλαν καρπό φέτος οι ελιές
(μτφ. ) συνοδεύω κάποιον για λίγο κατά την αναχώρησή του, προπέμπω: τον παράβγαλε μέχρι τη βρύση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.