παπάζι


παπάζι
Προφορά

Ετυμολογία
παπάζι └τουρκ┘papaz

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το παπάζι

✦ η φούντα του φεσιού και ιδ. των ναυτικών
✦ το γυναικείο φέσι: με χάρη και στραβά στ’ αφτί το κρεμεζί παπάζι (Μ. Μαλακάσης)
✦ (τουρκ. Papazi) (ναυτ.) στουπί που χρησιμοποιείται για τον καθαρισμό του καταστρώματος των πλοίων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.