πανκ
Προφορά
Ετυμολογία
πανκ └αγγλ┘punk
Ερμηνεία
πανκ
✦ άκλ. είδος δυνατής ροκ μουσικής που επιχειρεί να εκφράσει διαμαρτυρίες εναντίον των κατεστημένων συνθηκών συμπεριφοράς
✦ νεαρός που μιμείται την εμφάνιση των μουσικών της πανκ και φορά μεταλλικές αλυσίδες, σχισμένα ρούχα και βάφει τα μαλλιά του σε ασυνήθιστα χτυπητά χρώματα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–