πανικοβάλλω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply πανικοβάλλωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/5/πανικοβάλλω.mp3Ετυμολογίαπανικοβάλλω πανικός + βάλλω Ερμηνεία└ρήμα┘ πανικοβάλλω ✦ προκαλώ πανικό ✦ (μέσ.) πανικοβάλλομαι, κυριεύομαι από πανικό, τρομοκρατούμαι Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–