παλινόρθωση


παλινόρθωση
Προφορά

Ετυμολογία
παλινόρθωση παλινορθόω-ώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η παλινόρθωση

✦ αποκατάσταση στην πρότερη θέση: οι μοναρχικοί επιδιώκουν την παλινόρθωση της δυναστείας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.