παλινδρομικός


παλινδρομικός
Προφορά

Ετυμολογία
παλινδρομικός μεταγενέστερη ελληνική παλινδρομικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ παλινδρομικός -ή, -ό

✦ ο κινούμενος προς τα εμπρός και προς τα πίσω διαδοχικά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
παλινδρομικά (Κ παλινδρομικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.