ορθοκολπικός


ορθοκολπικός
Προφορά

Ετυμολογία
ορθοκολπικός ορθόν + κολπικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ ορθοκολπικός -ή, -ό

✦ αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο ορθόν, την τελική μοίρα του κόλου που καταλήγει στον πρωκτό, και τον κόλπο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.