ορθοκήλη


ορθοκήλη
Προφορά

Ετυμολογία
ορθοκήλη ορθόν + κήλη

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ορθοκήλη

(ιατρ.) προβολή του πρόσθιου τμήματος του ορθού στον κόλπο της γυναίκας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.