οξαλίδα
Προφορά
Ετυμολογία
οξαλίδα μεταγενέστερη ελληνική ὀξαλίς
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η οξαλίδα
✦ το φυτό λάπαθο
✦ γένος φυτών του οποίου τα γνωστότερα είδη είναι γνωστά με τις ονομασίες ξινήθρες και μοσχόφυλλα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–