ολόκαρδος
Προφορά
Ετυμολογία
ολόκαρδος όλος + καρδιά
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ολόκαρδος -η, -ο
✦ ο απ’ όλη την καρδιά
Συνώνυμα
ολόψυχος, εγκάρδιος
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
ολόκαρδα, ολόψυχα, εγκάρδια:ποθούσε ολόκαρδα να φωνάζει κι αυτός μαζί με τ’ άλλα τα παιδιά (Γ. Θεοτοκάς)