ολιγόκαρπος


ολιγόκαρπος
Προφορά

Ετυμολογία
ολιγόκαρπος μεταγενέστερη ελληνική ὀλιγόκαρπος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ολιγόκαρπος -η, -ο

✦ που παράγει λίγους καρπούς

Συνώνυμα

Αντίθετα
πολύκαρπος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.