ολιγόζωος


ολιγόζωος
Προφορά

Ετυμολογία
ολιγόζωος ολίγος + ζωή

Ερμηνεία
επίθετο┘ ολιγόζωος -η, -ο

✦ αυτός που ζει, έζησε ή πρόκειται να ζήσει λίγο χρόνο, λιγόζωος

Συνώνυμα
βραχύβιος
Αντίθετα
μακρόβιος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.