ολιγοχρήματος


ολιγοχρήματος
Προφορά

Ετυμολογία
ολιγοχρήματος μεταγενέστερη ελληνική ὀλιγοχρήματος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ολιγοχρήματος -η, -ο

✦ που έχει λίγα χρήματα, μικρή περιουσία
✦ που απαιτεί δαπάνη λίγων χρημάτων, φθηνός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.