ολιγομηνόρροια


ολιγομηνόρροια
Προφορά

Ετυμολογία
ολιγομηνόρροια ολίγος + μην + ρέω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ολιγομηνόρροια

✦ ελάττωση της ποσότητας αλλά και της συχνότητας της εμμηνόρροιας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.