ξεπόρτισμα


ξεπόρτισμα
Προφορά

Ετυμολογία
ξεπόρτισμα ξεπορτίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το ξεπόρτισμα

✦ η φυγή ή έξοδος από το σπίτι, ιδ. κρυφά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.